Αλίνα Κωτσοβούλου: “αποκτάς μία δεύτερη φύση όταν βρίσκεσαι στη σκηνή”
Η Αλίνα Κωτσοβούλου πρωταγωνίστρια του Σασμού, μίας εκ των μεγάλων τηλεοπτικών επιτυχιών της χρονιάς είναι ένας άνθρωπος που έχει μακριά πορεία στα θεατρικά, τηλεοπτικά και εν γένει καλλιτεχνικά δρώμενα της χώρας μας. Προσωπικά έχω την χαρά και την τιμή να την γνωρίζω εδώ και αρκετά χρόνια και έχω διαπιστώσει παρακολουθώντας τις ερμηνείες της το πόσο μέσα στο ρόλο της βρίσκεται πάντα, αλλά και το πιο σημαντικό, το ότι είναι ένας άνθρωπος που χαίρεσαι την συνεργασία μαζί του γιατί έχει πάντα να σου χαρίσει γνώση, εμπειρία αλλά και χαμόγελο.
Αλίνα πες μας πότε αποφάσισες να ασχοληθείς με το θέατρο;
Θέατρο, η μεγάλη μου αγάπη και μπορώ να πω και ψύχωση για μένα. Με ώθησαν σε αυτή την τέχνη πολλοί παράγοντες, κατ’ αρχήν το οικογενειακό μου περιβάλλον που ήταν καλλιτεχνικό με τον πατέρα μου να παίζει πιάνο και να αγαπάει το θέατρο ένω είχε και μία μεγάλη βιβλιοθήκη με θεατρικά έργα. Επίσης η γιαγιά μου ήταν λυρική τραγουδίστρια η οποία όμως δεν έκανε συνειδητά καριέρα και ας ήταν και συμμαθήτρια με την Κάλλας στο ωδείο Αθηνών.
Καθοριστικός παράγοντας επίσης ήταν οι καλοκαιρινές μας διακοπές που συχνά ήταν στην Ιθάκη όπου και υπήρχε θεατρική ομάδα, άρα κάθε καλοκαίρι από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου κάναμε πρόβες. Μετά το μπάνιο μαζευόμασταν σε μία αυλή, ήταν μια δραστηριότητα που θυμάμαι με αγάπη. Επίσης και στο σχολείο μου ασχολιόμουνα με το θέατρο και στα 12 μου έπαιξα τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο “Ανέβα στην στέγη να πάμε να φάμε το σύννεφο” και μου άρεσε πάρα πολύ.
Και εκεί είχα μία μεγάλη παύση… και αυτό γιατί δεν μου άρεσε το σχολείο, ένιωθα μεγάλη καταπίεση, ήμουν μπορώ να σου πω μελαγχολική.
Τι ήταν αυτό που σε πίεζε τόσο, οι εξετάσεις;
Ναι, πάρα πολύ.Το σύστημα του ότι πρέπει να αποφασίσω το τι θα κάνω στην ζωή μου, το πρέπει να διαβάσω αυτά τα 4 μαθήματα των πανελληνίων. Δεν μπορούσα όλο αυτό να το μετατρέψω σε δημιουργία ενώ όλη αυτή η πίεση με οδήγησε να ξεκινήσω χοροθεραπεία και κάνοντας αυτή την δραστηριότητα ταυτόχρονα με την πειθαρχία που εξέπεμπε περισσότερο η μητέρα μου, με έκανε μετά το πέρασμα λίγων μηνών στην απόφαση να γίνω ηθοποιός. Βγήκε από μέσα μου σαν να μην υπάρχει τίποτα άλλο στον κόσμο. Και όπως γνωρίζεις στις αρχές της δεκαετίας του 90 δεν υπήρχε το διαδίκτυο, υπήρχαν όμως οι βιβλιοθήκες.
Πήγα στην βιβλιοθήκη του σχολείου, άρχισα να διαβάζω τους αρχαίους τραγικούς και αντέγραψα κάποια κείμενα που μου άρεσαν.
Χειρόγραφα;
Ναι, στο χέρι. Ακόμα και σήμερα όταν θέλω να ξέρω κάτι χειρόγραφα το μαθαίνω. Ξεκίνησα να αναζητώ χωρίς να το γνωρίζει πραγματικά κανένας το πως θα γίνω ηθοποιός. Μετά από διάστημα δύο μηνών το ανέφερα στους γονείς μου το πως και με ποιο τρόπο θα μπορούσα να γίνω ηθοποιός και αν γνώριζαν κάποιον που θα μπορούσαν να με γνωρίσουν μαζί του για να με καθοδηγήσει. Ευτυχώς ο πατέρας μου γνώριζε τον Κώστα Γεωργουσόπουλο και ήρθε ο άνθρωπος που έγινε και δάσκαλός μου αργότερα και τον ευγνωμονώ για αυτό, με άκουσε δύο φορές αφιλοκερδώς και με κατεύθυνε στο να πάω στο κέντρο Αρχαίου Ελληνικού Δράματος της Ασπασίας Παπαθανασίου όπου ήταν εκείνος υπεύθυνος σπουδών. Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι, στα 17 μου να μαθαίνω αρχαία Ελληνικά, αρχαία τραγωδία, μετρική, χορό. Ήταν σαν να βρίσκομαι σε έναν άλλο κόσμο.
Ήταν αυτό που περίμενες, όταν μπήκες σε αυτό το χώρο;
Να σου πω πως δεν ήξερα τι περίμενα; δεν είχα καμία ιδέα για το τι θα συναντήσω και το τι θα βρω μπροστά μου. Το μόνο που ήξερα ήταν το πως ήθελα να γίνω ηθοποιός. Δεν με ενδιέφερε να γίνω η πιο διάσημη, ήθελα απλά να εκφραστώ από αυτή την τέχνη.
Πως ήταν η καθημερινότητα σου στην σχολή;
Ήταν πολλές ώρες… μπαίναμε μέσα στις 9 το πρωί και βγαίναμε το νωρίτερο στις 18 και φαντάσου πως όταν μπαίναμε και βγαίναμε από το κτίριο υπογράφαμε. Σε πολλές περιπτώσεις καθόμασταν και κάνα δίωρο περισσότερο για να ετοιμάσουμε λίγο την επόμενη ημέρα μας. Ένα γεμάτο δωδεκάωρο που μαθαίναμε συνέχεια καινούργια πράγματα ενώ η Ασπασία εκείνα τα χρόνια είχε φέρει στοιχεία από την ανατολή και μας έκανε διαλογισμό, γιόγκα, αναπνοές. Ήμασταν επίσης η πρώτη τάξη που έκανε μάθημα ο Λιβαθηνός όταν επέστρεψε από την Μόσχα με ιδέες που ακόμα ήταν πολύ φρέσκιες. Είχαμε την Έρση Πίττα στην κινησιολογία, ενώ είχαμε και πολύ ισχυρούς θεωρητικούς όπως τον Γιάγκο Ανδρεάδη, την Βαροπούλου, τον Γιατρομανωλάκη, τον Στεφανόπουλο που έκανε και μετρική, τον Τσακίρογλου, τον Τριανταφυλλίδη, τον Μπουντουβή και πολλούς ακόμα αξιόλογους δασκάλους.
Ουσιαστικά όπως τα ακούω δεν ήταν απλά ένα σχολείο, αλλά μία στάση ζωής.
Ακριβώς… και την επόμενη χρονιά αποφάσισα να ξεκινήσω και ωδείο γιατί τραγουδούσα ήδη. Βούτηξα μέσα σε όλο αυτό με όλο μου το είναι και δεν έζησα φοιτητική ζωή, δεν έκανα ξενύχτια, δεν ξεσάλωσα αυτά τα χρόνια.
Δεν σου έλειψε από ότι ακούω όμως η φοιτητική ζωή.
Βέβαια μου έλειψε και σε πληροφορώ πως την έζησα μόλις τελείωσα την σχολή, γηραιότερη (γέλια). Αυτό που λέγανε οι παλιοί πως αν δεν τα ζήσεις εκείνη την στιγμή, κάποτε θα τα ζήσεις, ισχύει. Και καλό είναι να τα ζεις την ώρα που πρέπει, δεν πειράζει και να είσαι πιο ελαστικός, και αυτά στα λέω εκ των υστέρων γιατί ήμουν ένα αρκετά αυστηρό παιδί και ταυτόχρονα δύσκολη. Ήταν όμως όμορφα, εντελώς διαφορετικά από αυτά που βλέπω και ακούω για εκείνη την ηλικία.
Τελείωσες μετά από 3 χρόνια την σχολή και μετά κατευθείαν θέατρο; ποια ήταν η πρώτη δουλειά σου επαγγελματικά;
Η πρώτη μου δουλειά ήταν με την σχολή το 1994 όπου παρουσιάσαμε τις Ικέτιδες του Αισχύλου με τον χορό όπου μετείχα και εγώ να φοράει μάσκα να μιλάει στα αρχαία Ελληνικά, στην Επίδαυρο σε σκηνοθεσία του Σταύρου Ντουφεξή, ενός εξαιρετικού σκηνοθέτη και πρωταγωνιστές τον Γιάννη Νταλιάνη, την Βιβή Κόκκα και την Υβόννη Μαλτέζου. Πολύ ιδιαίτερη παράσταση και ταυτόχρονα τρομερή εμπειρία που έγινε στα πλαίσια της αποφοίτησής μας.
Μετά βρήκα κατευθείαν δουλειά στο θέατρο Εξαρχείων και αυτό δεν μου έφερε τον προβληματισμό που έχουν πολλοί άνθρωποι που βγαίνουν από την σχολή και δεν βρίσκουν άμεσα εργασία.
Πόσο δύσκολο όμως θεωρείς πως είναι το επάγγελμά σου;
Είναι πάρα πολύ δύσκολο…
Γιατί το λές αυτό, ανέφερε μας τις δυσκολίες.
Είναι πολλοί παράγοντες που προσωπικά με κάνουν να το θεωρώ δύσκολο. Κατ’ αρχήν δεν έχεις δουλειά συνέχεια και πρέπει να εφευρίσκεις τρόπους ώστε να εργάζεσαι. Έπειτα για να βρεις δουλειά πολλές φορές δεν αρκεί να είσαι καλός ερμηνευτικά, αλλά θα πρέπει να έχεις και κάποιες δεξιότητες, αλλά και επικοινωνιακά χαρίσματα. Επίσης θα πρέπει να ξέρεις να διεκδικείς χωρίς όμως να γίνεσαι πιεστικός και αυτό πολλές φορές γίνεται κάθε εξάμηνο ή και πιο συχνά ακόμα.
Όπως και να αφήνεις τα προβλήματά σου όταν ανεβαίνεις στην σκηνή και να γίνεσαι κάτι άλλο. Και αυτό πρέπει να είναι δύσκολο.
Ναι είναι, απλά εδώ να σου πω πως ειδικά σε αυτό, όσο μεγαλύτερη εμπειρία έχεις, αποκτάς μία δεύτερη φύση όταν βρίσκεσαι στη σκηνή. Βέβαια από την άλλη όταν είσαι μικρός δεν έχεις και πολλές απαιτήσεις και εγώ προσωπικά όπως σου είπα δεν είχα στόχο να γίνω διάσημη απλά ήθελα να δουλεύω και να γίνομαι καλύτερη… Επίσης με βοήθησε πολύ στα αρχικά στάδια το ότι χόρευα, τραγουδούσα. Και στο λέω τώρα που και εγώ έχω πια σκηνοθετήσει παραστάσεις, έχω κάνει βοηθός σκηνοθέτη, έχω γράψει έργα.
Παρόλα αυτά εγώ είχα εκείνα τα χρόνια τάσεις φυγείς, δεν φανταζόμουν να μείνω για πάντα στην Ελλάδα οπότε μετά από 5 χρόνια που δεν είχα μείνει ποτέ χωρίς δουλειά έφυγα για Λονδίνο πιστεύοντας πως θα μείνω για πάντα εκεί.
Είχα έντονη λαχτάρα να βρεθώ στην Αγγλία, χωρίς να είναι και τα καλύτερα χρόνια οικονομικά πριν πάω εκεί, αλλά δεν με κρατούσε τίποτα, έπρεπε να το κάνω…
Και τι έγινε εκεί;
Πήγα που λες, έδωσα ακροάσεις και με πήραν στο Guildford School of Arting στο τριετές τμήμα. Οι Άγγλοι έχουν και το εξής καταπληκτικό, σε βλέπουν σαν επαγγελματία από την πρώτη στιγμή, σε βλέπουν ισότιμα και επίσης σου βοηθούν να πάρεις την σωστή απόφαση για το μέλλον σου. Με ρώτησαν αν θέλω να κάνω arting ή μιούζικαλ και από μόνοι τους μου πρότειναν το μιούζικαλ γιατί με τραγωδία είχα ήδη ασχοληθεί. Πραγματικά από την πρώτη στιγμή σε βλέπουν σαν συνεργάτη. Εδώ θα σου πω πως την ίδια χρονιά με πήρε ο Φασουλής στη μουσική παράσταση “Βίρα τις άγκυρες” και έστειλα ένα γράμμα στην σχολή αν γίνεται να μεταφερθεί η εγγραφή μου ένα χρόνο μετά και το δέχτηκαν ευχαρίστως.
Την επόμενη χρονιά βρεθηκα στην Αγγλία όμως δεν έκανα το τριετές τμήμα για οικονομικούς λόγους, το έκανα μεταπτυχιακό στο μουσικό θέατρο. Εκπληκτικός χρόνος, πήγα και εγώ πολύ καλά, πρωταγωνίστησα στις παραστάσεις τους, βρήκα ατζέντη και μετά άρχισαν τα δύσκολα…
Άρχισα να πηγαίνω σε ακροάσεις, σε ατελείωτες ακροάσεις και δεν με παίρνανε πουθενά, μόνο κάτι μικρές δουλειές, χωρίς να είναι όμως αυτό που θα μπορούσε να με κρατήσει οικονομικά αλλά και στο να μπω σε ένα μεγάλο θέατρο. Εντελώς αντίθετο περιβάλλον από ότι είχα συναντήσει στην Ελλάδα. Εκ των υστέρων αντιλήφθηκα πως δεν έπρεπε να το πάρω τόσο προσωπικά γιατί όλοι οι συμμαθητές μου είχαν το ίδιο πρόβλημα και συγκεκριμένα συμμαθητές μου που πραγματικά αυτή την στιγμή στο Λονδίνο είναι πολύ μεγάλα ονόματα. Απλά η Αγγλία θέλει 2-3 χρόνια για να σε μάθουν και να μάθεις και εσύ να χειρίζεσαι τις καταστάσεις.
Θεωρείς πως δεν έδωσες αυτό το χρόνο;
Όχι δεν τον έδωσα… έπρεπε να είχα μείνει άλλα δύο χρόνια. Επίσης θεωρώ πως θα έπρεπε να έχω συγκατοικήσει με του συμμαθητές μου, έπρεπε να ήμουν σε ένα περιβάλλον πιο κοινωνικό και ενισχυτικό ταυτόχρονα της δουλειάς που ήθελα να κάνω. Βέβαια όλα τα πράγματα για κάποιο λόγο γίνονται και έτσι επέστρεψα στην Ελλάδα.
Είχες κάνει καθόλου τηλεόραση μέχρι τότε;
Όχι, μόνο ένα πολύ μικρό ρόλο στην “Πρόβα Νυφικού”. Στην σχολή που ήμουν στην Ελλάδα ήταν και λίγο απαγορευτικό να κάνουμε τηλεόραση.
Γιατί;
Γιατί δεν θεωρείται η τηλεόραση ένα μέσον για την τέχνη μας. Εμείς ήμασταν μαθητές του θεάτρου. Το αντίθετο από την Αγγλία που όλα είναι μέσα στην τέχνη μας, και η τηλεόραση και η διαφήμιση, και ο κινηματογράφος. Όλα είναι μέρος της δουλειάς. Για αυτό όταν γύρισα ήμουν πιο ισορροπημένη.
Και άρχισες να κάνεις και τηλεόραση.
Όχι κατευθείαν και αυτό γιατί στις επαγγελματικές συναναστροφές μου είχα στο παρελθόν υπάρξει αρκετά παθητική και αυτό το χαρακτηριστικό μου πολλές φορές το έπαιρναν σαν να είμαι σνομπ, σαν να μην έχω ανάγκη. Ξεκίνησα όμως πάλι θέατρο και γνώρισα τον Θοδωρή (Αθερίδη) που μου έδωσε και την μεγάλη ευκαιρία να παίξω στο “Από Έρωτα” αλλά και στο “Μια μέλισσα τον Αύγουστο” και έτσι άρχισε και μία πιο εμπορική εποχή για μένα. Μετά ήρθε και η τηλεόραση και λίγα χρόνια αργότερα είδα πως μου άρεσε και η σκηνοθεσία για αυτό και έγινα βοηθός σκηνοθέτη σε αρκετές παραστάσεις, ενώ έκανα και μουσικές παραστάσεις…
Εκφράζεσαι με πολλούς τρόπους Αλίνα, δεν είσαι μόνο ηθοποιός.
Αλήθεια είναι αυτό φαντάσου πως μεταφράζω κιόλας, ακόμα θυμάμαι την πρώτη δουλειά μου, μία συνεργασία με την Βάσια Παναγοπούλου που μόλις τελείωσε, απαίτησε το όνομά μου να μπει στην μαρκίζα του θεάτρου και απαίτησε και να πληρωθώ. Μπορεί να θεωρείται αυτονόητο αλλά πολλές φορές δεν είναι. Πολλοί εκμεταλλεύονται τέτοιες καταστάσεις.
Έχει τύχει να σε εκμεταλλευτούν στην δουλειά σου;
Ναι μπορεί να έχει τύχει αλλά δεν μπορώ να πω πως δεν φέρω ευθύνη για αυτό. Και στο λέω γιατί κανένας δεν γίνεται να σε εκμεταλλευτεί αν δεν δώσεις και εσύ αυτό το δικαίωμα.
Το θέατρο βρίσκεται γενικά σε έναν κυκεώνα. Έχουν γίνει γνωστά στο ευρύ κοινό αρκετά και σοβαρά πράγματα που έχουν ή δεν έχουν γίνει θα το αποφασίσει η δικαιοσύνη.
Κάποια πράγματα πρέπει να σου πω πως συνέβαιναν πολλά χρόνια και συμβαίνουν και τώρα. Είναι ένα θέμα γενικότερα που δεν μου αρέσει να εκφράζομαι δημόσια γιατί το πιστεύω μου είναι πως ο καθένας μας πρέπει να δίνει τις μάχες του ιδιωτικά και επίσης είμαι άνθρωπος που δίνω μεγάλη βάση και στην ομάδα αλλά και στον άνθρωπο. Αυτό όμως που έχει νόημα και πραγματικά προσδοκώ πως θα συνεχιστεί είναι πως το σωματείο μας πήρε μπροστά, και αυτό γίνεται με ήθος και χωρίς κουτσομπολιό.
Και χωρίς ιδιοτέλεια ίσως;
Αυτό δεν το γνωρίζω γιατί δεν ξέρω τι έχει ο κάθε ένας μας μέσα του, αυτό που βλέπω είναι όμως πως γίνονται πράγματα χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς διαφήμιση. Εμένα με ενοχλεί πολύ η διαφήμιση και για αυτό με ακους επιφυλακτική στο να σου πω και εγώ προσωπικά πότε πέρασα δύσκολα και με ποιους στην καριέρα μου. Η διαφήμιση σε οποιοδήποτε θέμα τόσο λεπτό, εμένα με κάνει καχύποπτη, όπως και η αναφορά ονομάτων και η συνεχής αναπαραγωγή τους. Χάνουμε την ουσία και είναι σαν να κοιτάμε από κλειδαρότρυπες βλέποντας ανατριχιαστικά πράγματα που αν ισχύουν είναι όχι μόνο αξιόποινα αλλά και κατάπτυστα. Για μένα τα πράγματα πρέπει να γίνονται πιο αθόρυβα και βέβαια όπου πρέπει να υπάρχουν τιμωρίες, να υπάρχουν καταδίκες.
Και αν ένας άνθρωπος κακοποιείται και θα μιλήσω πρώτα για το ψυχολογικό κομμάτι ή τον εκμεταλλεύονται που μπορεί να το έχω βιώσει και εγώ είναι πολύ σημαντικό που υπάρχει το σωματείο που τρέχει πλεόν αυτά τα θέματα γιατί νιώθω και εγώ μία ασφάλεια του ότι μπορώ να μιλήσω κάπου. Επίσης πιστεύω πάρα πολύ για την αντιμετώπιση τέτοιον καταστάσεων στην δύναμη της αυτογνωσίας, της ψυχοθεραπείας. Βέβαια δεν μπορώ να κρίνω κανέναν που βγαίνει δημόσια και λέει τα κατηγορώ του γιατί κάθε άνθρωπος κάνει αυτό που τον εκφράζει.
Βέβαια μετά από όλο αυτό που έχει γίνει εύχομαι να γίνει καλύτερος ο χώρος, ελλοχεύει βέβαια ο κίνδυνος να συνεχίσουν να γίνονται πράγματα εντελώς κρυφά και με πολύ μεγαλύτερες δικλείδες ασφαλείας.
Πάμε σε κάτι πιο ευχάριστο, πάμε στον Σασμό… Πώς είναι το περιβάλλον, τα γυρίσματα σε μια σειρά που κάνει πραγματικά θραύση την φετινή σεζόν.
Για να είμαι ειλικρινείς δεν το περιμέναμε να πάμε τόσο καλά. Γνωρίζαμε ότι το μυθιστόρημα είναι καταπληκτικό και πέσαμε με τα μούτρα στην δουλειά γιατί είναι καθημερινή και μόνο με εξωτερικά γυρίσματα.
Σε εμένα έγινε πρόταση τον Ιανουάριο από τον Πέτρο Κωστόπουλο να συνεργαστούμε σε έναν ρόλο που στο βιβλίο δεν γίνεται έντονη αναφορά, υπάρχει απλά σαν η μητέρα του Μανώλη και της Θεοδώρας.
Οπότε όταν εγώ συμφώνησα ακούγοντας τα δεδομένα και τους εξαιρετικούς ηθοποιούς που θα συμμετείχαν δεν είχα κείμενο να διαβάσω και να δω τι ακριβώς θα κάνω, διάβασα πως είμαι η γυναίκα του Καφετζή που είναι δύστροπος, διάβασα πως εγώ θα ήμουν πιο μαζεμένη, πως θα κρατούσα την οικογένεια μου. Χαίρομαι πολύ που η “συνταγή” πέτυχε από όλους μας με πολύ βέβαια σκληρή δουλειά και το απολαμβάνουμε!
Η αλήθεια είναι πως χρειαζόμαστε τέτοιες σειρές και πως και εσείς πιστεύω τις έχετε ανάγκη.
Πάρα πολύ, βλέπω φαντάσου σκηνές της σειράς από όλο το καστ και παρακολουθώ όμορφη κινηματογραφική τηλεόραση.
Πάμε λίγο σε πιο καθημερινές ερωτήσεις. Τι φαγητό σου αρέσει να τρως;
Καλά… Πολλά και διάφορα, είμαι και φαγού τα τελευταία χρόνια. Μου αρέσει το ψάρι.
Να έρθεις εδώ στην περιφέρεια, έχουμε φρέσκο – φρέσκο.
Έχω έρθει περιοδείες στην περιοχή σας αρκετές φορές και έχω φάει υπέροχο φαγητό. Θυμάμαι όμως χαρακτηριστικά την περιοδεία μας με τον Τάσο Χαλκιά όπου και πηγαίναμε στα καζίνο μετά τις παραστάσεις μας (γέλια). Σαν εχθές είναι που ήμασταν Κομοτηνή μετά από την παράσταση, περάσαμε από Ξάνθη όπου ήταν το καζίνο τότε και πετάω στην ομάδα “δεν πάμε μία βόλτα;” θυμάμαι ήταν η Παπουτσάκη, Παυλίδου, Ανδρούτσου, Γεροδήμος, Μαρκουλάκης και όλους εμάς μας “έσουρνε” ο Τάσος. Παρά όμως αυτή την προτροπή μου, συνεχίσαμε και φτάσαμε στην Καβάλα. Έχουμε κάτσει λοιπόν και τρώμε πεντανόστιμο ψάρι και μόλις τελειώσαμε είπα να πάω να κοιμηθώ. – Που πας; με ρώτησε ο Τάσος, – Πάω για ύπνο του απάντησα, – Καλά με έχεις ξεσηκώσει με το καζίνο και πας για ύπνο; Έλα πίσω και φεύγουμε για Ξάνθη… και βρεθήκαμε να είμαστε όλοι μας στο καζίνο, παρά την κούρασή μας η επιστροφή μας πίσω ήταν για πρωινό στις 7 το στο ξενοδοχείο, και παρόλη την κούραση ήμασταν τόσο καλή παρέα που η ενέργειά μας στις παραστάσεις ήταν πάντα αστείρευτη.
Φαντάσου δεν παίζω ποσά, ένα 50αρικο μόνο, αλλά με τρελαίνει η αίσθηση στο καζίνο.
Χόμπι; Τι αρέσει στην Αλίνα πέρα από τον χορό, την ηθοποιία, το τραγούδι, το θέατρο, τις μεταφράσεις…
Θα σου πω, είχα την τιμή και την τύχη το 2017-18 είχα μια πάρα πολύ σημαντική συνάντηση στην ζωή μου γνωρίζοντας τον Μάνο Ελευθερίου έναν υπέροχο άνθρωπο, τελειομανή και σοβαρό στην επικοινωνία, από τον οποίο ζήτησα να διασκευάσω τον “Καιρό των Χρυσανθέμων” και να παίξω την Ευαγγελία Παρασκευοπούλου. Είχα το βιβλίο συνέχεια στην τσάντα μου και όταν τον πετύχαινα ακόμα και στον δρόμο του έλεγα “κοιτάχτε, έχω και το βιβλίο σας μαζί μου, μπορώ να σας πάρω τηλέφωνο να μιλήσουμε;”
Με τα πολλά με κάλεσε σπίτι του για να του αναφέρω τι θέλω και μόλις του το ανέφερα μου απάντησε “πως είναι πολύ δύσκολο να το κάνω αυτό”, αλλά συνεχίσαμε την επικοινωνία μας και μετά από την συζήτηση μου με την Κίρκη Καραλή καταφέραμε και ανεβάσαμε το έργο σε δική της σκηνοθεσία και την δική μου καλλιτεχνική επιμέλεια στον Απόλλωνα της Σύρου δυστυχώς όμως τρεις μήνες μετά τον θάνατο του Μάνου Ελευθερίου.
Ήθελα να καταλήξω με αυτή την ιστορία στο ότι η διασκευή μυθιστορημάτων είναι ένα από τα χόμπι μου και η συνεργασία μου με τον Μάνο Ελευθερίου μπορώ να σου πω πως μου άλλαξε την ζωή, όπως και η αναβίωση παλαιών κειμένων. Αυτή την εποχή δουλεύω μία οπερέτα του Ξενοφών Αστεριάδη. Εδώ πρέπει να αναφέρω και το πόσο με έχει βοηθήσει και με βοηθάει ο αδερφός μου ο Σέργιος στις παραστάσεις που ανεβάζω όσον αφορά τα σκηνικά και το art direction και με έχει ανεχτεί και με ανέχεται πολλά χρόνια.
Από εκεί και πέρα έχω και άλλα χόμπι. Πέρυσι ξεκίνησα και κάνω ιππασία που την λατρεύω, κάνω γυμναστική, α και να πίνουμε κρασί με τις μαμάδες των συμμαθητών της κόρης μου, και σκι στο βουνό αλλά μετά από δυο – τρεις κατεβασιές εμένα θα με βρεις να πίνω ζεστές σοκολάτες μέσα στο σαλέ.
Τέλος θα σου αναφέρω εσένα κάτι που δεν το γνωρίζει πολύς κόσμος είναι πως έχω κάνει πάρα πολλά χρόνια ψυχοθεραπεία. Ομαδική και ψυχαναλυτική. Στην αρχή ξεκίνησα σε ατομικό επίπεδο αλλά θεωρείται σημαντικό να ενταχθείς στην ομαδα και μπορεί το θέατρο να είναι ψυχοθεραπευτικό για έναν ηθοποιό αλλά αν δεν έχεις θεραπευτή δεν γίνεται να μπεις σε ένα πλαίσιο, δεν μπορείς να δεις ακριβώς που πηγαίνεις. Εμένα η ένταξη μου στην ψυχοθεραπεία με τόνωσε και μερικές φορές με λύτρωσε κιόλας. Ο ρόλος της ομάδας λοιπόν είναι τόσο σημαντικός γιατί σε ότι σε απασχολεί 9 στις 10 φορές θα σου απαντήσει ένα κοινό πράγμα και αυτό γιατί δεν υπάρχει συμφέρον και ιδιοτέλεια.
Πραγματικά θα ήθελα να μπει η ψυχοθεραπεία στα σχολεία, είμαι σίγουρη θα ήταν σήμερα ο κόσμος μας καλύτερος. Από το ατομικό έως το ομαδικό και εν τέλει ως κοινωνία.
Πριν σε ευχαριστήσω για όλα όσα μοιράστηκες μαζί μας θα ήθελα να μας δώσεις μία ευχή για την νέα χρονιά που ανατέλλει.
Η πρώτη ευχή είναι να έχουμε όλοι μας την υγεία μας και τους αγαπημένους μας ανθρώπους δίπλα μας. Να είμαστε καλά, να έχουμε ψυχραιμία και να ζούμε μέρα με την ημέρα, να γευόμαστε κάθε στιγμή της.
Σε περιμένουμε με χαρά στα μέρη μας…
Και εγώ θα χαρώ πάρα πολύ να έρθω.
H συνέντευξη δόθηκε στον Ηλία Κοτσιρέα / Φωτογραφίες: Αρχείο Αλίνας Κωτσοβούλου